Τα παιχνίδια της ζωής
του Ηλία Ραϋμόνδη, Ειδικού στην Επικοινωνία μεταξύ Σκύλων και Ανθρώπων
Πρελούδιο
Στις αρχές της δεκαετίας του 90, όταν ήμουν (για δεύτερη φορά) στη Δευτέρα Γυμνασίου, οι γονείς μου άρχισαν να με ρωτάν (σοβαρά πια) τι σκοπεύω να κάνω όταν θα μεγαλώσω. «Θηριοδαμαστής, εκπαιδευτής σκύλων ή κτηνίατρος!» απαντούσα επηρεασμένος από την αγάπη μου για τα ζώα.
Ωστόσο, εκείνη την εποχή, τα επαγγέλματα του θηριοδαμαστή και του εκπαιδευτή σκύλων, μόλις που άγγιζαν την καθημερινότητα της Ελλάδας και, για να πω την αλήθεια, ακόμα και εγώ, δεν ήξερα τι ακριβώς ζητούσα.
Είχα διαβάσει κάποια βιβλία και είχα εφαρμόσει κάποια πράγματα στους σκύλους μου, ωστόσο, ήμουν δεκατριών χρονών. Η άποψή μου για το επάγγελμα του θηριοδαμαστή και του εκπαιδευτή σκύλων έκλινε περισσότερο προς τον Ταρζάν και τον Μόγλη παρά προς την πραγματικότητα.
Όσον αφορά την κτηνιατρική η άποψη των γονέων μου ήταν: «Εδώ με το ζόρι βγάζει το γυμνάσιο… πώς θα πάει πανεπιστήμιο;» και κατά μία άποψη, είχαν δίκιο. Οτιδήποτε είχε να κάνει με διάβασμα και γράψιμο, το απεχθανόμουν.
Τη λύση σε όλη αυτήν την κατάσταση, τη βρήκε ο πατέρας μου. Ήξερε ότι, πέρα από τα ζώα, μου άρεσε η μαγειρική και η ζαχαροπλαστική. Το προηγούμενο καλοκαίρι, μάλιστα, δούλευα στον φούρνο ενός γνωστούν για να αυξήσω το χαρτζιλίκι μου. Έψαξε, βρήκε ότι υπήρχε σχολή αρτοποιίας – ζαχαροπλαστικής στην Αθήνα και μου πρότεινε να πάω. Δέχτηκα. Ωστόσο, οι σκύλοι δεν έφυγαν ποτέ από το μυαλό μου.
Όσο ήμουν στην Αθήνα διάβασα δεκάδες βιβλία για την εκπαίδευση σκύλων (και ας απεχθανόμουν το διάβασμα), μίλησα με κάποιους εκπαιδευτές και με πάμπολλους ιδιοκτήτες. Τελείωσα τη σχολή, επέστρεψα στην Κέρκυρα και άρχισα να δουλεύω σε φούρνους και ζαχαροπλαστεία. Ταυτόχρονα εκπαίδευα (ερασιτεχνικά) τους σκύλους φίλων και γνωστών. Το ’98 άρχισα να διδάσκω αρτοποιία και ζαχαροπλαστική στη σχολή του ΟΑΕΔ στην Κέρκυρα.
Το 2000 προσλήφθηκα από το Ψυχιατρείο Κέρκυρας για να διδάσκω χρήστες ψυχικής υγείας αρτοποιία και ζαχαροπλαστική σε πρόγραμμα επαγγελματικής αποκατάστασης.
Τον Οκτώβριο του 2000, μερικούς μόλις μήνες από όταν άρχισα να εργάζομαι στο Ψυχιατρείο, μου συνέβη ένα από τα μεγαλύτερα γεγονότα στη ζωή μου. Κάτι που με συντάραξε σαν άνθρωπο και άλλαξε τις αντιλήψεις μου… Αρρώστησα! Ήμουνα θρομβοφιλικός και δεν το ήξερα.
Για κάποιον λόγο ο οργανισμός μου δυσκολευόταν να απορροφήσει μία πρωτεΐνη. Σαν αποτέλεσμα το αίμα ήταν πιο ιξώδες. Ως φυσικό επακόλουθο έπαθα την πρώτη μου θρόμβωση σε ηλικία είκοσι τεσσάρων χρονών. Ακολούθησε η δεύτερη και η τρίτη, όλα σε ένα διάστημα μερικών ημερών. Έφτασα στο παρά ένα από πνευμονική εμβολή. Οι γιατροί δεν μπορούσαν να βγάλουν άκρη. Έμεινα στο νοσοκομείο σε πλήρη ακινησία για τέσσερις μήνες. Τους δύο πρώτους δεν ήξερα καν τι έχω.
Όταν κλείνει μια πόρτα κάπου ανοίγει ένα παράθυρο
Βυθισμένος μέσα στη μελαγχολία, έψαχνα διέξοδο η οποία ήρθε με την, αναπάντεχη για εμένα, μορφή ενός βιβλίου. Ήταν ο «Άρχοντας των Δαχτυλιδιών», το οποίο μου το έφερε ο Φώτης, ο άνδρας της αδερφής μου. Στην αρχή δεν του έδωσα την παραμικρή σημασία… όμως, όσο περνούσαν οι μέρες, δεν είχα άλλη επιλογή. Παγιδευμένος στο κρεβάτι του νοσοκομείου ή θα διάβαζα ή θα τρελαινόμουν.
Σιγά σιγά συνειδητοποίησα ότι ο λόγος που δε μου άρεσε το διάβασμα ήταν ότι το είχα συνδέσει με κάτι δυσάρεστο. Στο σχολείο, καθώς ήμουν (και είμαι) δυσλεκτικός, όλοι, γονείς και καθηγητές, με πίεζαν να διαβάσω. (Μοναδική εξαίρεση σε αυτό ήταν η Κυρία… την οποία αναφέρω στην επίσης πραγματική ιστορία «Σκύλος και Προκατάληψη». Ωστόσο, κανείς δε μου πρότεινε να διαβάσω κάτι που να μου αρέσει. Όποτε με έπιαναν με ένα κόμικ ή ένα βιβλίο για σκύλους στα χέρια μου το έπαιρναν. «Αν είναι να διαβάσεις κάτι, διάβασε τα μαθήματά σου!» μου έλεγαν όλοι.
Δεν τους κατηγορώ, φαινόταν λογικό. Εκείνη την εποχή (αρχές του ’90) στην Ελλάδα, ελάχιστοι ήξεραν τι είναι η δυσλεξία. Ωστόσο, μία από τις ιδιαιτερότητες της δυσλεξίας, είναι ότι είναι πιο δύσκολο να μάθεις να διαβάζεις (ανάγνωση) από το να γράφεις (δεν είμαι ειδικός, απλά γράφω για αυτά που βίωσα) και εδώ είναι το παράδοξο.
Οι γονείς μου, μέσα στην άγνοια και την ανησυχία τους, αντί να με ενθαρρύνουν να διαβάσω οτιδήποτε για να εξασκήσω την ικανότητά μου στην ανάγνωση, με «μάλωναν» γιατί δε διάβαζα τα μαθήματά μου. Όταν, όμως, διάβαζα τα μαθήματά μου κατέβαλα προσπάθεια και για να διαβάσω (ανάγνωση) και για να μάθω αυτά που διάβαζα (μελέτη). Το αποτέλεσμα ήταν να κουράζομαι, να μπερδεύομαι και να θεωρώ ότι δεν μπορώ να τα καταφέρω. Έτσι, σιγά σιγά, συνέδεσα το διάβασμα με κάτι δυσάρεστο.
Η κατάληξη
Η αλήθεια είναι ότι δεν απεχθάνομαι το διάβασμα… το λατρεύω! Η θρομβοφιλία με βοήθησε να το συνειδητοποιήσω. Μέσα από όλο αυτό, κατέληξα σε δύο ακόμα συμπεράσματα όσον αφορά την εκπαίδευση και την μάθηση…
1. Ποτέ μην προσπαθείς να μάθεις ή να διδάξεις δύο πράγματα ταυτόχρονα.
2. Για να μάθει κάποιος πρέπει οι συνθήκες και το περιβάλλον να είναι κατάλληλα.
Τα παιχνίδια της ζωής
Τώρα που τα θυμάμαι όλα αυτά, χαμογελάω. Παράξενη που είναι η ζωή! Εγώ, που μισούσα το διάβασμα, να γράφω άρθρα και να ξετρελαίνομαι στην θέα ενός καλού βιβλίου. Το χόμπι μου, η αγάπη μου για τα ζώα, έχει γίνει τώρα το επάγγελμά μου.
Και η μεγαλύτερη αδυναμία μου, η δυσλεξία, έχει γίνει ο σύμμαχός μου. Οι καταστάσεις στη ζωή με έφεραν αντιμέτωπο μαζί της και κατάφερα (με τον δικό μου τρόπο) να την κατανοήσω, να μάθω από αυτήν και να συμβιώσω μαζί της.
Έχει δίκιο η σοφή παροιμία που λέει: «Έχει ο καιρός γυρίσματα να πληρωθούν τα κρίματα».